Α) από την ποίηση της Κικής Δημουλά
Μια
μετέωρη κυρία
Βρέχει...
Μία κυρία ἐξέχει στὴ βροχὴ
μόνη
πάνω σ᾿ ἕνα ἀκυβέρνητο μπαλκόνι.
Κι εἶναι ἡ βροχὴ σὰν οἶκτος
κι εἶναι ἡ κυρία αὐτὴ
σὰν ράγισμα στὴ γυάλινη βροχή.
Μία κυρία ἐξέχει στὴ βροχὴ
μόνη
πάνω σ᾿ ἕνα ἀκυβέρνητο μπαλκόνι.
Κι εἶναι ἡ βροχὴ σὰν οἶκτος
κι εἶναι ἡ κυρία αὐτὴ
σὰν ράγισμα στὴ γυάλινη βροχή.
Τὸ βλέμμα της βαδίζει στὴ βροχή,
βαριὲς πατημασιὲς καημοῦ
τὸν βρόχινό του δρόμο
γεμίζοντας. Κοιτάζει...
Κι ὅλο ἀλλάζει στάση,
σὰν κάτι πιὸ μεγάλο της,
ἕνα ἀνυπέρβλητο,
νά ῾χει σταθεῖ
μπροστὰ σ᾿ ἐκεῖνο ποὺ κοιτάζει.
Γέρνει λοξὰ τὸ σῶμα
παίρνει τὴν κλίση τῆς βροχῆς
―χοντρὴ σταγόνα μοιάζει―
ὅμως τὸ ἀνυπέρβλητο μπροστά τῆς πάντα.
Κι εἶναι ἡ βροχὴ σὰν τύψη.
Κοιτάζει...
Ρίχνει τὰ χέρια ἔξω ἀπ᾿ τὰ κάγκελα
τὰ δίνει στὴ βροχὴ
πιάνει σταγόνες
φαίνεται καθαρὰ ἡ ἀνάγκη
γιὰ πράγματα χειροπιαστά.
Κοιτάζει...
Καί, ξαφνικά,
σὰν κάποιος νὰ τῆς ἔγνεψε «ὄχι»,
κάνει νὰ πάει μέσα.
Ποῦ μέσα ―
μετέωρη ὡς ἐξεῖχε στὴ βροχὴ
καὶ μόνη
πάνω σ᾿ ἕνα ἀκυβέρνητο μπαλκόνι.
Διάλογος
ανάμεσα σε μένα και σε μένα
Σοῦ εἶπα:
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
νὰ σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μὴ ριψοκινδυνέψεις νὰ χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν θά ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπὸ τὰ χίλια σου παράθυρα..
Γιὰ ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς,
γιὰ τὰ φθινόπωρα, τὰ κύκνεια,
τὶς μνῆμες, ὑδροροὲς τῶν ἐρώτων,
τὴν ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων τὴν φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς
γι᾿ ἀνθρώπους ποὺ σιγὰ-σιγὰ λυγίζουν,
τὸ εἶπες.
Τα
μισανθή χέρια
Σε παράγγειλαν υπεύθυνα νέα και δυνατή
κι η σάρκα σου παράδειγμα κανένα
απ’ τη δική μας σάρκα να μην πάρει.
Απαγορευτική να σμιλευτείς
σε κάθε αλλαγή και παραμόρφωση,
μια προστασία που δεν δόθηκε από καμία Τέχνη
στη δική μας ανθηρότητα και δύναμη.
Το ένα χέρι σου σμιλεύτηκε χτένα
στ’ ανάκατα μαλλιά σου, ενώ το άλλο
φαίνεται σαν μόνο του να διάλεξε το ρόλο:
ακουμπισμένο χάδι στην κοιλιά,
στην απαγορευμένη γονιμότητα
- δεν παραιτείται ούτε η πέτρα από τη μήτρα.
Υπεύθυνα Άγρυπνη προπάντων σε παράγγειλαν,
ποτέ να μη σε πάρει ύπνος,
ποτέ να μη σου μάθει όνειρο
τι δεν πραγματοποιείται.
Άγρυπνη για να επιτηρείς τις ποικιλίες των ρόδων,
μη και τα κόψουν χέρια μισανθή.
Άχ, αγαλματένια μου επιστάτισσα,
άδικα ξαγρυπνάς και δεν κοιμάσαι και δεν αφήνεις
να σου μάθει τ’ όνειρο
τι δεν πραγματοποιείται:
δεν βρέθηκε ακόμα επιστάτης, ούτε πλάνη
ούτε καν ποιητής που να μπορέσει
τα μισανθή των φθινοπώρων χέρια να εμποδίσει
τις τόσες ποικιλίες των ρόδων και του βίου
μανιακά να αφανίζουν.
B) από άλλους ποιητές
Μαρία
Λαϊνά, «Τοιχογραφία»
Σώζεται
η αρχή απ’ τους μηρούς
σε άτονο γαλάζιο
τμήμα ποδιού ακόσμητο προς τα αριστερά
και τμήμα απολήξεως φορέματος.
Στο δέρμα διακρίνονται γραμμές
κυρίως οξυκόρυφες.
Ο χώρος του λαιμού διακόπτεται
απ’ τον αριστερό βραχίονα
που φέρεται προς τα επάνω
ενώ μονάχα το δεξί στήθος δηλώνεται
με ελαφρά καμπύλωση.
Από το κάτω μέρος του προσώπου
λείπει το μεγαλύτερο κομμάτι.
Κόκκινα τρίγωνα ή τόξα
σ’ όλο το άσπρο του βολβού.
Σώζεται επίσης η κορδέλα των μαλλιών
και η στροφή του σώματος
που ασφαλώς προϋποθέτει
ανάλογες κινήσεις των χεριών.
σε άτονο γαλάζιο
τμήμα ποδιού ακόσμητο προς τα αριστερά
και τμήμα απολήξεως φορέματος.
Στο δέρμα διακρίνονται γραμμές
κυρίως οξυκόρυφες.
Ο χώρος του λαιμού διακόπτεται
απ’ τον αριστερό βραχίονα
που φέρεται προς τα επάνω
ενώ μονάχα το δεξί στήθος δηλώνεται
με ελαφρά καμπύλωση.
Από το κάτω μέρος του προσώπου
λείπει το μεγαλύτερο κομμάτι.
Κόκκινα τρίγωνα ή τόξα
σ’ όλο το άσπρο του βολβού.
Σώζεται επίσης η κορδέλα των μαλλιών
και η στροφή του σώματος
που ασφαλώς προϋποθέτει
ανάλογες κινήσεις των χεριών.
Λείπει
το έδαφος του έρωτα.
Αθηνά
Παπαδάκη, «Νοικοκυρά»
Ώρα
ξεκούρασης
με τα χέρια σταυρωμένα σε σοδειές.
Είχα σωστά μετρήσει το αλεύρι,
μα βρέθηκα λίγο λειψή απ’ τη μεριά της ζάχαρης.
Δε θα μπορούσε να 'ναι αλλιώς.
με τα χέρια σταυρωμένα σε σοδειές.
Είχα σωστά μετρήσει το αλεύρι,
μα βρέθηκα λίγο λειψή απ’ τη μεριά της ζάχαρης.
Δε θα μπορούσε να 'ναι αλλιώς.
Αυτή είναι η ζωή μου, ο διάδρομος που
ενώνει τα υπνοδωμάτια με το σαλόνι
τι άλλο; δεν τολμάω να πω,
κάτι μ’ απορροφά ύπουλα,
οι τοίχοι όπως λευκοί Πατριάρχες ευλογούν
τη δουλειά μου,
σαν σκύβω
δε βλέπουν
πως στύβοντας το σφουγγαρόπανο, τα
δάκρυά μου κυλάνε προς τις ρίζες τους.
Παυλίνα
Παμπούδη, «Πράσινο»
Έχω
πράσινα μάτια και το δικαίωμα να ορίσω
Καθώς το αγριόχορτο
Τα έργα των πολιτειών και τη μοναξιά των μνημείων.
Το δικαίωμα να διαγράψω την Ιστορία
Καθώς ο μικρότερος αδελφός, που κατέβηκε το πηγάδι
Και βγήκε στον ουρανό.
Το δικαίωμα να συλλαβίσω φύλλα κι αγκάθια
Καθώς αειθαλές
Στους πνεύμονες των πάρκων
Και στην ασυδοσία της ρεματιάς.
Καθώς το αγριόχορτο
Τα έργα των πολιτειών και τη μοναξιά των μνημείων.
Το δικαίωμα να διαγράψω την Ιστορία
Καθώς ο μικρότερος αδελφός, που κατέβηκε το πηγάδι
Και βγήκε στον ουρανό.
Το δικαίωμα να συλλαβίσω φύλλα κι αγκάθια
Καθώς αειθαλές
Στους πνεύμονες των πάρκων
Και στην ασυδοσία της ρεματιάς.
Η
έπαρσή μου είναι του πράσινου
Κι έχω δικαίωμα,
Επιβάλλοντας σιωπή στην έρημο, ν' αφουγκραστώ
Τη λαχτάρα μου να υπάρξω, που διακλαδίζεται,
Βαθιά, ραγίζοντας
Την πιο δυνατή λαχτάρα μου, να υπάρξει
Ο κόσμος.
Κι έχω δικαίωμα,
Επιβάλλοντας σιωπή στην έρημο, ν' αφουγκραστώ
Τη λαχτάρα μου να υπάρξω, που διακλαδίζεται,
Βαθιά, ραγίζοντας
Την πιο δυνατή λαχτάρα μου, να υπάρξει
Ο κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου