Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Ποιήματα για παράλληλη ανάγνωση με τον " Ελεγκτή " του Μ.Σαχτούρη




Α) από τα ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη



                          Αστεροσκοπείο

Διαρρήχτες του ήλιου
δεν είδαν ποτέ τους πράσινο κλωνάρι
δεν άγγιξαν φλογισμένο στόμα
δεν ξέρουν τί χρώμα έχει ο ουρανός
Σε σκοτεινά δωμάτια κλεισμένοι
δεν ξέρουν αν θα πεθάνουν
παραμονεύουν
με μαύρες μάσκες και βαριά τηλεσκόπια
με τ’ άστρα στην τσέπη τους βρωμισμένα με ψίχουλα
με τις πέτρες τών δειλών στα χέρια
παραμονεύουν σ’ άλλους πλανήτες το φως
Να πεθάνουν
Να κριθεί κάθε Άνοιξη από τη χαρά της
από το χρώμα του το κάθε λουλούδι
από το χάδι του το κάθε χέρι
απ’ τ’ ανατρίχιασμα του το κάθε φιλί


το ανέβασμα




Στριφογυρίζει ο ποιητής επάνω στον τροχό του στριφογυρίζει ο ποιητής δαιμονισμένα ένα κεφάλι αλόγου σπασμένο μες στα πόδια του μία γυναίκα ανοίγει τ’ άσπρο στόμα να δαγκάσει
 φίδια φαρμακερά τον τριγυρίζουν χάμω κυλάνε κέρματα καύκαλα τσακισμένα ριγμένα μες στη λάσπη του και στρογγυλά χαλύβδινα λουλούδια να σφυρίζουν
καθώς στριφογυρνάει ο ποιητής
 αρχίζει ν’ ανεβαίνει όπως γυρίζει φρενιασμένα κι όπως γυρίζει φρενικά αρχίζει ν’ ανεβαίνει
το ένα του χέρι είναι σβηστό
 στο άλλο να κρατάει ένα αναμμένο κάρβουνο


 Ο ὐ ρ α ν ό ς

Πουλιὰ μαῦρες σαΐτες τῆς δύσκολης πίκρας
δὲν εἶν᾿ εὔκολο πράμα ν᾿ ἀγαπήσετε τὸν οὐρανὸ
πολὺ μάθατε νὰ λέτε πὼς εἶναι γαλάζιος
ξέρετε τὶς σπηλιές του τὸ δάσος τοὺς βράχους του;
ἔτσι καθὼς περνᾶτε φτερωτὲς σφυρίχτρες
ξεσκίζετε τὴ σάρκα σας πάνω στὰ τζάμια του
κολλοῦν τὰ πούπουλά σας στὴν καρδιά του
Καὶ σὰν ἔρχεται ἡ νύχτα μὲ φόβο ἀπ᾿ τὰ δέντρα
κοιτᾶτε τ᾿ ἄσπρο μαντίλι τὸ φεγγάρι του
τὴ γυμνὴ παρθένα ποὺ οὐρλιάζει στὴν ἀγκαλιά του
τὸ στόμα τῆς γριᾶς μὲ τὰ σάπια τὰ δόντια του
τ᾿ ἄστρα μὲ τὰ σπαθιὰ καὶ μὲ τοὺς χρυσοὺς σπάγγους
τὴν ἀστραπὴ τὸν κεραυνὸ τὴ βροχή του
τὴ μακριὰ ἡδονὴ τοῦ γαλαξία του



Οι απομείναντες 

Όμως υπάρχουν ακόμα
λίγοι άνθρωποι
που δεν είναι κόλαση
η ζωή τους
υπάρχει το μικρό πουλί ο κιτρινολαίμης
η Fraulein Ramser
και πάντοτε του ήλιου οι απομείναντες
οι ερωτευμένοι με ήλιο ή με φεγγάρι
ψάξε καλά
βρες τους, Ποιητή!
κατάγραψέ τους προσεχτικά
γιατί όσο παν και λιγοστεύουν
λιγοστεύουν


Ο ποιητής


Σα θα με βρούνε πάνω στο ξύλο του θανάτου μου
γύρω θά 'χει κοκκινίσει πέρα για πέρα ο ουρανός
μιά υποψία θάλασσας θα υπάρχει
κι έν' άσπρο πουλί, από πάνω, θ' απαγγέλλει μέσα
σ' ένα τρομακτικό τώρα σκοτάδι, τα τραγούδια μου.

Η φεγγαράδα

Από αίμα πουλιών πλημμυρισμένο
κρυμμένο μένει το φεγγάρι
πότε πίσω από δέντρα
πότε πίσω από θηρία
πότε πίσω από σύννεφα
με θόρυβο που ξεκουφαίνει τα φτερά αγγέλων
κάτι θέλουν να πουν κάτι σημαίνει
είναι ακόμα καλοκαίρι
όμως μιά μυρωδιά από θειάφι φράζει το χειμώνα
δεν έχει ούτε καρέκλα να καθίσεις
και οι καρέκλες έφυγαν στον ουρανό

Β) Από άλλους ποιητές



Νίκος Καρούζος

ο ποιητής έχει ένα βέβαιο δρόμο

Γεννιέται ο άνθρωπος κι ο ήλιος γίνετ’ αμέσως πάθος
ο ποιητής έχει ένα δρόμο σαν όνειρο μαύρο χαμογελαστό
έχει ένα βέβαιο δρόμο
τόπους – τόπους αγκάθια
τόπους – όπους ωραία χαλιά
π’ ο άτυχος τα ματώνει.
Κι όταν ο ήλιος πέσει στις θνητές κορφές
αρχίζουν τ’ άστρα. Εκεί του δρόμου η τέλεψη
πάλι μια γέννα μάς προσμένει.



Τάσος Λειβαδίτης


Κ ρ ι τ ι κ ή  τ η ς  π ο ί η σ η ς

Ε! τι καθόσαστε λοιπόν ποιητές
βγήτε στους δρόμους, καβαλήστε στα λεωφορεία, ανεβήτε στις αμαξοστοιχίες
να δήτε καθώς θ’ απαγγέλετε τα τραγούδια σας
ν’ ανθίζει μες στην καρβουνόσκονη σαν έν’ άσπρο τριαντάφυλλο
το γέλιο των μηχανοδηγών.
Πηγαίντε στη λαϊκή αγορά
ανάμεσα στις φωνές και τη μυρουδιά των λαχανικών.
Είναι εκεί μια αντρογυναίκα με ξυλοπάπουτσα
που αν χαμογελάσει με τους στίχους σας
σημαίνει πως κάτι φτιάξατε στη ζωή σας.
Γιατί αυτή η αντρογυναίκα με το πλατύ, βλογιοκομένο πρόσωπο
έχει τρία παιδιά σκοτωμένα
και δεν τόχει σκοπό να γελάσει με μυξάρικους στίχους.
Ανεβήτε με τα πριονοπέδιλα πάνω στους στύλους του τηλέγραφου
και τραγουδήστε και ξανατραγουδήστε
και κουνώντας σαν ένα τσαλακωμένο κασκέτο την καρδιά σας
χαιρετήστε
το μέλλον.


Ο  π ο ι η τ ή ς  I

Προσπαθεί να φαίνεται ήρεμος. Να μοιάζει με τους άλλους. Κι
είναι στιγμές που το κατορθώνει.
Όμως τις νύχτες δεν μπορεί να κοιμηθεί. Οι μεγάλες φτερούγες
του δε χωράνε μέσα στον ύπνο.



Ανέστης Ευάγγελου

 Ο  π ο ι η τ ή ς

Είχε ανεβεί στην πιο ψηλή κορφή
κι η φωνή του, λευκό πουλί στον ουρανό.
Στους πρόποδες μυρμήγκιαζε πλήθος αμέτρητο
άκουγαν τη φωνή κι ολοένα ανέβαιναν
μίκραινε ο κύκλος και κρατούσαν ξύλα
μαχαίρια κράταγαν και πέτρες  και πλησίαζαν
ακούγονταν κραυγές σκοτώστε τον
να πέφτουν άρχισαν μετά οι πρώτες πέτρες
λάμψαν στον ήλιο τα μαχαίρια
κατάλαβε το τέλος του.
Όμως η φωνή του,
λευκό πουλί πέταγε πάνω απ’ τα κεφάλια τους
και δεν τη φτάναν οι κραυγές και τα μαχαίρια.



Μια εξαιρετική  ματιά στο έργο του Σαχτούρη δείτε και εδώ



4 σχόλια:

  1. Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Δημήτρη!Πλησιάζει το ξεκίνημα , ας προετοιμαζόμαστε σιγά σιγά
      :-)

      Διαγραφή
  2. Για το ρόλο του ποιητή- διαμεσολαβητή ουρανού και γης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το ποίημα "Τα δώρα" - περιλαμβάνεται στην ύλη της Γ' Γυμνασίου, όπως και "ο Ποιητής Στρατιώτης" στη Γ' Λυκείου, αν δεν κάνω λάθος!! Συμπτωματικά, μάλλον με αφορμή την επέτειο του θανάτου του Μ. Σαχτούρη, καταπιάστηκα, προ διακοπών, με "τα δώρα"!! Τ' άφησα στη μέση, αλλά η ανάρτησή σου με παρακίνησε και μου έδωσε υλικό να το ολοκληρώσω, πριν ολοκληρώσω τις διακοπές!!!! Αθεράπευτη παραμένω!!!! Επανέρχομαι στις θαλασσινές απολαύσεις!!! Πολύ καλή δουλειά, όπως πάντα, Πολινάκι!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή