Με
αφορμή το ποίημα του Πωλ Ελυάρ « Να κοιμάσαι», που
ανθολογείται στο βιβλίο της Β΄Λυκείου, Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, αλλά και
τη ζωή την ίδια, που βέβαια αποτελεί από μόνη της αφορμή...
Η ανάρτηση αφιερωμένη στη φίλη μου Βάσω, που σήμερα έχει τα γενέθλιά της
Ο
Πωλ Ελυάρ, ο Πωλ-Εζέν Γκρεντέλ μάλλον, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, είναι
από τις φωνές του 20ού αιώνα που δημιούργησαν πολιτισμό. Ή για να ’μαστέ πιο σαφείς,
που συνέβαλαν στη δημιουργία και στη διατήρησή του.
Σουρρεαλιστής
καταρχήν, κομμουνιστής στη συνέχεια - χωρίς το ένα με το άλλο να αναιρούνται ,
ανθρωπιστής, πάντα ο Ελυάρ υπήρξε ο
ποιητής της συλλογικότητας και του έρωτα, ο ποιητής της συνεχούς αναγέννησης
και αναδημιουργίας. Πολέμιος της μοναξιάς αλλά και του κακού, που πολλές φορές
γι’ αυτόν ταυτίζονται, εξαρχής τραγούδησε τη ζωή, τον άνθρωπο, τη συντροφικότητα,
τον έρωτα. Με το όραμα πάντα ενός καλύτερου κόσμου, κι όχι κλείνοντας τα μάτια.
Γεννήθηκε στην πόλη Σαιν-Ντενί, κοντά στο Παρίσι όπου πέρασε τα πρώτα του χρόνια. Στο διάστημα 1907-1911 γράφτηκε στη Σχολή
Κολμπέρ όπου πραγματοποίησε σπουδές, ωστόσο σε ηλικία περίπου 17 ετών
προσβλήθηκε από φυματίωση και αναγκάστηκε να τις διακόψει. Για δύο χρόνια,
διέμεινε σε σανατόριο της Ελβετίας όπου τελικά θεραπεύτηκε και αμέσως μετά, το 1914 κατατάχθηκε στον
στρατό. Το 1916 , στη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου, ο νεαρός στρατιώτης
γράφει μια συλλογή στίχων, «το χρέος», που δημοσιεύει με το ψευδώνυμο Πωλ
Ελυάρ. Το όνομα δεν το έχει επινοήσει, είναι το όνομα της γιαγιάς του από την
πλευρά της μητέρας του
Ελυάρ και Γκαλά |
Γνωρίστηκε με τους Αντρέ Μπρετόν, Λουί Αραγκόν και
Τριστάν Τζαρά, με τους οποίους συμμετείχε αρχικά στο κίνημα του ντανταϊσμού και
αργότερα του υπερρεαλισμού. Κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου πήρε ενεργό μέρος
στην Αντίσταση, ως μέλος του κομμουνιστικού κόμματος.
Στα 1917 , όταν ακόμη οι φωτιές του πολέμου
κατατρώνε το πρόσωπο του κόσμου, ο Ελυάρ νιώθει πως «τίποτε δεν είναι πιο
σκληρό από τον πόλεμο το χειμώνα» κι ανάβει τη φωτιά των στίχων του για να
ζεσταθεί
ΓΙΑ
ΝΑ ΖΗΣΩ ΕΔΩ
’Έκανα
μια φωτιά, όντας εγκαταλειμμένος
απ’
το γαλάζιο,
Μιά
φωτιά για να’ μαι ο φίλος της
Μιά
φωτιά για να με εισαγάγει μες στη
νύχτα
του χειμώνα
Μια
φωτιά για να ζω καλύτερα.
Της
έδωσα όσα μου΄χε δώσει η μέρα
Τα
δάση, τούς θάμνους, τα σταροχώραφα,
τ’
αμπέλια
Τις
φωλιές και τα πουλιά τους, τα σπίτια και τα κλειδιά τους
Τα
έντομα, τα λουλούδια, τις γούνες, τις γιορτές.
’Έζησα
στο μόνο θόρυβο των φλογών που
τριζοβολούν
Στη
μόνη ευωδιά της ζέστας τους
Ήμουν σαν ένα πλοίο πού κυλάει μες στο
κλειστό
νερό.
Όπως
ένας νεκρός δεν είχα παρά μόνο
ένα
στοιχείο.
Ο
Αραγκόν είπε με αφορμή αυτή τη σχέση: «ο έρωτας του άντρα και της γυναίκας στο
ζευγάρι βρίσκει την αρμονία του ακριβώς τη στιγμή που ο άντρας και η γυναίκα
υψώνονται ταυτόχρονα σε μια ίδια αντίληψη του κόσμου, όπου η περιπέτειά τους
διευρύνεται κι ο έρωτας ταυτίζεται με το ανθρώπινο γίγνεσθαι»
Από
τα «Επτά ερωτικά ποιήματα» που γράφει εκείνη την εποχή:
Η
γωνιά της καρδιάς έλεγαν ευγενικά
Η
γωνιά τον έρωτα και τον μίσους και της δόξας
Απαντούσαμε
και τα μάτια μας αντανακλούσαν
Την
αλήθεια που μας χρησίμευε για άσυλο.
Δεν
αρχίσαμε ποτέ
Αγαπιόμασταν
από πάντα
Και
επειδή αγαπιόμαστε
Θέλουμε
να λευτερώσουμε τους άλλους
Από
την παγωμένη μοναξιά τους.
Λέω
θες και θέλουμε Το φως να συνεχιστεί
Ζευγάρια
που λάμπουν από αρετή
Ζευγάρια
θωρακισμένα με θάρρος
Γιατί τα μάτια τους αντικρίζονται
Και
γιατί ο σκοπός τους βρίσκεται μες στη ζωή
των
άλλων.
Στη
διάρκεια ενός ταξιδιού στο Μεξικό το 1949,
για την Παγκόσμια Επιτροπή Υποστηρικτών
της Ειρήνης, συναντά τη Ντομινίκ, την οποία θα παντρευτεί .Γράφει τότε:
Σ΄
αγαπώ για όλες τις γυναίκες που δε γνώρισα
Σ αγαπώ για όλες τις εποχές που δεν έζησα
Γι
α τη μυρωδιά της μεγάλης άπλας καί τη
μυρωδιά
του ζεστού ψωμιού,
Για το χιόνι που λιώνει για τα πρώτα
λουλούδια,
Για τα αθώα ζώα που ο άνθρωπος δεν τα
φοβίζει
Σ΄
αγαπώ για ν’ αγαπώ
Σ΄
αγαπώ για όλες τις γυναίκες που δεν αγαπώ.
Τον Ελυάρ παρουσίασε πρώτος στο ελληνικό
αναγνωστικό κοινό ο Οδυσσέας Ελύτης. Ήταν αυτό κάτι που είχε ο ποιητής τάξει
στον εαυτό του, να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό μια ποίηση που τον έκανε να
παραδεχτεί αδίστακτα τις « δυνατότητες που είχε η λυρική ποίηση στην ελεύθερη ενάσκησή
της».
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ
- στο έργο του αντικατοπτρίζεται ο εξωτερικός κόσμος που αντανακλά το μυστήριο της ψυχής του και εκφράζει την ίδια του τη ζωή.
- Υπερρεαλιστική γραφή
- χρήση απλών, καθημερινών λέξεων στον ποιητικό λόγο
- ευρηματική σκέψη
- έντονος λυρισμός
- διάχυτη μελαγχολία
- υποβλητικότητα
- συνδυασμός του άλογου στοιχείου με το συμβολιστικό
- έντονη παρουσία της φύσης στα ποιήματά του
- Ο έρωτας , αγαπημένο θεματικό μοτίβο.
Η γυναίκα, μεσολαβεί πάντα ανάμεσα στον ποιητή και τον κόσμο, εκείνη τον «τοποθετεί» μέσα στο σύμπαν. Το ερωτικό συναίσθημα κάνει τον ποιητή πιο ανθρώπινο, πιο δεκτικό στα προβλήματα του ανθρώπου. Πρόκειται για το «γόνιμο» έρωτα που «τάζει το σκοπό (του ανθρώπου) μέσα στη ζωή των άλλων» . Το λυρικό εγώ μετατρέπεται τελικά σε κοινωνικό και προβάλλεται στην ποίηση του Ελυάρ ως ύμνος στον άνθρωπο, ένας ύμνος γεμάτος εικόνες.
Να
κοιμάσαι
Να κοιμάσαι
με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
μ' έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μέσ' στα
μαλλιά
στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.
Να φεύγεις και να χάνεσαι
μέσ' απ' τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του
ανέμου
πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες
και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.
Μετάφραση : Οδυσσέας Ελύτης
Το ποίημα «Να κοιμάσαι», μέσα από
έντονες λυρικές εικόνες αλλά και υπερρεαλιστικές εικόνες, παρουσιάζει μια αέρινη, φευγαλέα γυναικεία μορφή που θα μπορούσε να μας θυμίσει την ωραία
κοιμωμένη του παραμυθιού. «Ο ποιητής ερωτεύεται μια απουσία, μια ομορφιά που
κοιμάται», δεν ερωτεύεται με τον τρόπο των πολλών- αυτόν της κατοχής, της κτητικότητας
αλλά μέσα από τη στέρηση.
Οι δύο στροφές του ποιήματος εικονοποιούν δύο διαμετρικά αντίθετα κόσμους:
στην α΄ στροφή ένας κόσμος
γαλήνιος και φωτεινός που καθρεφτίζεται στο πρόσωπο μιας γυναίκας ( ή κάθε
Γυναίκας; ). Το ερωτικό στοιχείο υφέρπει και δεν κατονομάζεται με σαφήνεια. Το
πρόσωπο της γυναίκας περιγράφεται σε συμπλοκή με τα στοιχεία της φύσης: ήλιος,
πουλί, κάμπος, δάση και ο κόσμος ολόκληρος · δεν πρόκειται για μια σάρκινη,
ηδονικά ερωτική περιγραφή αλλά μια περιγραφή που απλά φωνάζει το ψυχικό δέσιμο
του ποιητή με τη γυναίκα. Είναι μια μαγευτική και απόμακρη γυναικεία μορφή αποκαθαρμένη από την ανθρώπινη
διάστασή της : κάθε μέρος του προσώπου της έχει υποκατασταθεί από στοιχεία της φύσης · τα
μάτια έγιναν ήλιος και φεγγάρι, το στόμα ένας θεϊκός φτερωτός έρωτας, τα μαλλιά
πουλί. Μέσα από μια ανιούσα κλιμάκωση η
αναφορά στο υπόλοιπο σώμα «ακουμπάει»
στο ευρύτερο φυσικό τοπίο, στους κάμπους, στα δάση, τη θάλασσα για να καταλήξει
σε μια κορυφή συναισθηματικής έκφρασης : «στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο
του κόσμου». Η όραση, η ματιά είναι ο
μόνος δρόμος προσέγγισης του αντικειμένου του ερωτικού πόθου · ανταπόδοση δεν
ζητά , παρά μόνο το κοίταγμα της ευτυχισμένης όψης της γυναίκας την ώρα του
ύπνου, που είναι απαλλαγμένη από προβλήματα και έγνοιες της καθημερινότητας. Το
γυναικείο πρόσωπο που κοιμάται υπερασπίζει με τον αμεσότερο τρόπο την αγνότητα
και τον έρωτα που γίνεται εντονότερος με
το σχήμα της απουσίας.
Πικρή , κοινή διαπίστωση πως ο Έρωτας συντηρείται από την απουσία, όχι από την παρουσία · είναι φτιαγμένος από την ύλη του άπιαστου και του φευγαλέου, της προσμονής και του ονείρου, όχι από τα υλικά της νίκης και της κατάκτησης.
Πικρή , κοινή διαπίστωση πως ο Έρωτας συντηρείται από την απουσία, όχι από την παρουσία · είναι φτιαγμένος από την ύλη του άπιαστου και του φευγαλέου, της προσμονής και του ονείρου, όχι από τα υλικά της νίκης και της κατάκτησης.
Ο πρώτος στίχος της β΄ στροφής,
( « να φεύγεις και να χάνεσαι» ) μας περνάει σ΄αυτή τη διάσταση της ολοκληρωτικής απουσίας.
( « να φεύγεις και να χάνεσαι» ) μας περνάει σ΄αυτή τη διάσταση της ολοκληρωτικής απουσίας.
Το ερωτικό αντικείμενο μπαίνει
τώρα στη διάσταση της κίνησης, της ζωής, της πραγματικής ύπαρξης · αυτή όμως τη
στιγμή , που όλα είναι πραγματικά και ζωντανά, εκείνη χάνεται , φεύγει. Όσο
κοιμόταν ήταν εκεί, δική του κατά κάποιο τρόπο · κατακτημένη από το βλέμμα του και την ομορφιά που της προσέδιδε η σκέψη
και το συναίσθημά του.
Ούτε και τότε συναντήθηκαν ούτε
και τώρα. Τότε τους χώριζε η ακινησία, ο
ύπνος σαν μερίδιο θανάτου και τώρα , στη β΄στροφή , η κίνηση οδηγεί στην απουσία , στη
φυγή της γυναίκας.
Φυγή από πού; Από κοντά του , ή
από το χώρο του φωτός και του καλού που αντιπροσώπευε ο χρόνος του ύπνου και
του ονείρου;
Νομίζω και τα δύο, άλλωστε κοντά βρίσκονται πάντα ο Έρωτας και το Καλό. Οι κλώνοι του
καπνού και του ανέμου αντιπροσωπεύουν το κακό , σε οποιαδήποτε μορφή του · ό,
τι αντιστρατεύεται την ομορφιά και τον
Άνθρωπο. Ο καπνός μάς παραπέμπει στη φωτιά , στην καταστροφή και ο άνεμος
έρχεται έτοιμος να ανατρέψει τα πάντα στο πέρασμά του :
«να φεύγεις και να χάνεσαι
μες΄απ΄τους κλώνους των καπνών
και τους καρπούς του ανέμου»
Ακολουθεί μια καθαρά
υπερρεαλιστική εικόνα:
«πόδια
πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες»
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες»
Ο Ελυάρ μάς δίνει την
εικόνα του για τη Γυναίκα, για την κάθε γυναίκα εννοώ:
ο συγκερασμός των αντιθέτων: η σταθερότητα, η ακινησία, η
ενότητα ( «να κοιμάσαι» , «γερά πιασμένη» , « πόδια πέτρινα» ) απ΄τη μια
το φευγαλέο, το άπιαστο, από την άλλη ( «να φεύγεις και να
χάνεσαι», «καρπούς ανέμου», «κάλτσες άμμου» , «πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες»).
Βέβαια αυτές οι αντιθέσεις
αυτές θα μπορούσαν να μας παραπέμψουν
και σε μια πιο φιλοσοφική διάσταση: την πάλη του καλού με το κακό στον
κόσμο. Το Καλό, η Ομορφιά δεν αντέχει τις διαψεύσεις και τις ανατροπές του
κόσμου τούτου και «φεύγει, χάνεται» παλεύοντας να κρατηθεί αλώβητη σ΄ένα κόσμο
φθοράς και άρνησης : « πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες». Η πέτρα σταθερή , σκληρή, αδιάλλακτη , ενώ η άμμος ρευστή, ακατάκτητη.
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες». Η πέτρα σταθερή , σκληρή, αδιάλλακτη , ενώ η άμμος ρευστή, ακατάκτητη.
Και πόσο δυνατοί μπορεί να είναι οι μυώνες ενός ποταμού ; Ο
ποταμός, έτσι κι αλλιώς μας πηγαίνει σε χώρους ρευστότητας, ορμητικότητας και
αστάθειας.
Το ποίημα κλείνει με ένα στίχο ανατροπής, ανανέωσης, ωρίμανσης και
συνειδητοποίησης,
«και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.»
Ο ποιητής βλέπει τη γυναίκα με άλλη όψη, αυτήν που ετοίμασε ο
ίδιος για την αγαπημένη του.
Άλλαξε ο ίδιος μέσα από τη μεταμορφωτική δύναμη του έρωτα , άλλαξε και η εικόνα που έχει για την αγαπημένη του: την ξαναδίνει στον κόσμο καινούργια, μοναδική εν αρχή πάντα ευρισκόμενη , ως Αρχή του κόσμου η ίδια....
Βάσω μου γλυκιά, χρόνια πολλά και φωτεινά!
Άλλαξε ο ίδιος μέσα από τη μεταμορφωτική δύναμη του έρωτα , άλλαξε και η εικόνα που έχει για την αγαπημένη του: την ξαναδίνει στον κόσμο καινούργια, μοναδική εν αρχή πάντα ευρισκόμενη , ως Αρχή του κόσμου η ίδια....
Βάσω μου γλυκιά, χρόνια πολλά και φωτεινά!
ΠΗΓΕΣ
- Τιτίκα Δημητρούλια, Πωλ Ελυάρ , αφιέρωμα περιοδικού Διαβάζω
- Πωλ Ελυάρ, Ποίηση, εκδ. Πλέθρον
- Αφιερώματα λογοτεχνικών περιοδικων: Διαβάζω , Νέα Εστία
- Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, Α.Γεωργιάδου, Ν.Κοκκινάκη, Ν.Γιαννακίτσα, εκδ.Καστανιώτη
- Α.Τσατσάκου , η γη και ο ουρανός του Π.Ελυάρ, μια υπερπραγματικότητα
- Ιφιγένεια Σιαφάκα, Μια ματιά στη Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, εκδ.Γρηγόρη
- Ο.Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά
άργησες αλλά μας αποζημίωσες με τον μελίρυτο λόγο σου !
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ανάρτηση αυτή μας αγγίζει όλους.ευχαριστούμε!
Βάσω τυχερή, πολύχρονη
Μοναδικός ο Ελυάρ, Elenidel, πώς να μην γίνουν μοναδικά και τα λόγια;
ΔιαγραφήΕυχαριστώ
:-)