Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

" Ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται να' ρθουν"



ΜΠΕΡΤΟΛΤ  ΜΠΡΕΧΤ

ΜΕΡΟΣ Α : Η ζωή και το έργο του

Ο δραματουργός,  συγγραφέας, ποιητής, θεωρητικός του θεάτρου και σκηνοθέτης  που άφησε στον παγκόσμιο πολιτισμό ένα έργο χιλιάδων σελίδων απο θεατρικά έργα, ποιήματα, πεζά, θεωρητικά κείμενα για το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τέχνη, τη λογοτεχνία, μελέτες, σχόλια, σημειώσεις, ημερολόγια.

Ο Μπρεχτ γεννήθηκε το 1898  στο μάλλον πνιγηρό περιβάλλον του Αουγκσμπουργκ, μια μικρή βιομηχανική πόλη της Βαυαρίας. Ο καθολικός πατέρας του ήταν διευθυντής σε μύλο παραγωγής χαρτιού, η διαμαρτυρόμενη μητέρα του νοικοκυρά. Έζησε σε ένα εύπορο περιβάλλον, για το οποίο έλεγε: 
«Σαν πλουσιόπαιδο μεγάλωσα, οι γονείς κολάρο μου φόρεσαν, μ’ έμαθαν υπηρέτες να΄χω και μου διδάξανε την τέχνη να δίνω διαταγές.»
Ως παιδί ήταν ευαίσθητος, σιωπηλός και μάλλον απροσάρμοστος». Στο γυμνάσιο απέκτησε τη φήμη του "τρομερού παιδιού".
Μαθητής γυμνασίου ακόμα δημοσιεύει ποιήματα και διηγήσεις στην τοπική εφημερίδα. Ο αρχισυντάκτης του, χρόνια αργότερα, γράφει ότι στην πρώτη τους συνάντηση «…ανήκε ήδη στην αριστερά… δίψαγε για ζωή, ήταν οξυδερκής, πνεύμα ανήσυχο, δεν ενέδιδε σε συναισθηματισμούς … είχε γράψει μια έκθεση με φιλειρηνικό περιεχόμενο που παρ’ολίγο να του στοιχίσει την αποβολή του από το σχολείο…»

  Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, 16 μόλις ετών, ξεκινά να δημοσιεύει κριτικές βιβλίων και ποιήματα σε μια τοπική εφημερίδα με το ψευδώνυμο «Μπέρτολντ Ευγένιος».

Γνωστοί του τον θυμούνται ως τον «ισχνό, ασουλούπωτο, αξύριστο νεαρό με τα φτηνά γυαλιά από ασημένια ταρταρούγα και το πέτσινο κασκέτο».
Σπουδάζει  ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1917 - 1921) και στα 20 χρόνια του επιστρατεύεται σαν νοσοκόμος, ζώντας τη φρίκη  του Α' παγκοσμίου πολέμου.

Λίγο αργότερα  γράφει και εκδίδει το αντιπολεμικό ποίημα «Ο θρύλος του νεκρού στρατιώτη», που ο ίδιος αργότερα  θα παρουσιάσει σε ένα καμπαρέ του Μονάχου παίζοντας κιθάρα.

Ο ίδιος  έλεγε για τον πόλεμο:
«Η αύξηση της παραγωγής προκαλεί αύξηση της αθλιότητας και από την εκμετάλλευση της φύσης κερδίζουν μόνο μερικοί και μάλιστα με το να εκμεταλλεύονται ανθρώπους. Αυτό που μπορούσε να είναι η πρόοδος για όλους, έγινε για το προβάδισμα λίγων, κι ένα, όσο πάει μεγαλύτερο, μέρος της παραγωγής χρησιμοποιείται για την κατασκευή καταστροφικών μέσων δεινών πολέμων. Στους πολέμους αυτούς, οι μανάδες όλων των εθνών αγναντεύουν, σφίγγοντας στην αγκαλιά τους τα παιδιά τους, αγναντεύουν κατάπληκτες τον ουρανό για να δούνε τις νέες φονικές εφευρέσεις της επιστήμης».

Το 1922 παντρεύτηκε την τραγουδίστρια της όπερας Μαριάν Ζόφ. Η κόρη τους Ανν Χιόμπ γεννήθηκε ένα χρόνο μετά, αλλά το ζευγάρι χώρισε λίγο καιρό μετά.

  Το 1928 μαζί με το συνθέτη Κουρτ Βάιλ ανεβάζουν την" Όπερα της πεντάρας" που  γνώρισε τρομερή επιτυχία. Την επομένη κιόλας της πρεμιέρας, τα τραγούδια του έργου ακούγονταν στους δρόμους του Βερολίνου και σύντομα άνοιξε ένα μπαρ με όνομα "η Όπερα της πεντάρας" όπου παιζόταν αποκλειστικά η μουσική του έργου. Ο πυρετός που κατέλαβε τους Βερολινέζους για το έργο, πέρασε και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Αργότερα το 1930 παντρεύτηκε την ηθοποιό  Χέλενε Βάιγγελ που του είχε χαρίσει ήδη ένα γιο. Στη συνέχεια απέκτησαν και μια κόρη.

Το 1933 αρχίζουν οι διωγμοί από τους ναζί. Πρώτοι στη λίστα οι κομμουνιστές. 
Στις 10 Μαΐου του 1933, οι Ναζί καίνε δημόσια τα έργα του.
Το φιλμ σε σενάριο του Μπρεχτ, «Κούλε Βάμπε» απαγορεύεται από την επιτροπή λογοκρισίας του κινηματογράφου. Τον Μάιο του 1932, αφού περάσει για τρίτη φορά από την Επιτροπή παρουσιάζεται, με μερικές αλλαγές, στον κινηματογράφο "Ατριουμ". 
Ο Μπρεχτ πηγαίνει στη Μόσχα  για τη σοβιετική πρεμιέρα του έργου. Στο Βερολίνο παρακολουθεί συστηματικά μαρξιστικά σεμινάρια .
 Το 1933, αυτοεξορίζεται  για 15  χρόνια σε χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ, όπου υπήρξε θύμα του  αμερικανικού μακαρθισμού: 
«Από τους καρχαρίες γλίτωσα, τις τίγρεις τις εσκότωσα/ και με καταβροχθίσαν/ οι κοριοί»,  έλεγε.

Ανάμεσα στα έτη 1937 και 1945, ο Μπρεχτ έγραψε τα σπουδαιότερα έργα του: "Η Ζωή του Γαλιλαίου" (1937-39), "Μάνα Κουράγιο και τα Παιδιά της" (1936-39), "Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν" (1935-41), "Ο Κύριος Πούντιλα και ο Υπηρέτης του Μάττι" (1940), "Η 'Ανοδος του Αρτούρου Ούι" (1941), "Τα Οράματα της Σιμόνης Μασάρ" (1940-43), "Ο Σβέικ στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο" (1942-43) και "Ο Καυκασιανός Κύκλος με την Κιμωλία" (1943-45). Το 1944 γράφει το έργο "Η ιδιωτική ζωή της κυρίαρχης φυλής", μια άτεγκτη κριτική της ζωής στη Γερμανία υπό το καθεστώς του Εθνικοσοσιαλισμού.

Στα έργα της εξορίας τα μηνύματα του Μπρέχτ διαφέρουν. Ξεχωρίζει την ηθική στάση από την πολιτική δράση. Οι ήρωες παρουσιάζονται όχι ως αθώα θύματα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο δραματουργός προτείνει την καταδίκη αυτής της κοινωνίας που είναι ένοχη για την αλλοτρίωση μας.  Προτείνει όμως όλοι μας να αναγνωρίσουμε και την ίδια μας την ευθύνη. Το «ηθικό» θέατρο του Μπρεχτ ανοίγει το δρόμο στη συνειδητή επαναστατική δράση.

Το 1948 επιστρέφει και εγκαθίσταται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Μετά την επιστροφή του στη Γερμανία ο Μπρεχτ αφιερώνεται στην ποίηση και τη σκηνοθεσία των έργων του. Έγραψε εκατοντάδες ποιήματα που αντανακλούν τη σταδιακή μεταστροφή του προς τη μαρξιστική-λενινιστική φιλοσοφία. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι: «Άκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε», «Εγκώμιο στη μάθηση», «Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου», «Αυτό θέλω να τους πω», «Απώλεια ενός πολύτιμου ανθρώπου», « Εγκώμιο στον Κομμουνισμό», «Εγκώμιο στη Διαλεκτική».

Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1951 γράφει μια Ανοιχτή επιστολή στους γερμανούς συγγραφείς και καλλιτέχνες. Ως συγγραφέας προτείνει τα εξής:

"Πλήρη ελευθερία του βιβλίου, υπό έναν περιορισμό.
Πλήρη ελευθερία του θεάτρου, υπό έναν περιορισμό.
Πλήρη ελευθερία των καλών τεχνών υπό έναν περιορισμό.
Πλήρη ελευθερία της μουσικής, υπό έναν περιορισμό.
Πλήρη ελευθερία του κινηματογράφου, υπό έναν περιορισμό.
Ο περιορισμός: καμιά ελευθερία για γραπτά και έργα τέχνης που εξυμνούν τον πόλεμο ή τον παρουσιάζουν ως αναπόφευκτο, και για εκείνους που υποστηρίζουν το μίσος μεταξύ των λαών."

Τον Αύγουστο του 1956  πεθαίνει από καρδιά. 
Στον επικήδειο του ειπώθηκε:
«… Ποιος από τους συγγραφείς μας μπόρεσε να συνδέσει πλούτο σκέψης και λαϊκή απλότητα έκφρασης; Ποιος μπόρεσε να μιλήσει με τόση τρυφερότητα για την τραχύτητα αυτού του κόσμου; Ποιος μπόρεσε να είναι συγχρόνως τόσο ισχυρογνώμων και τόσο απαλός και να δώσει μια τέτοια σκληρότητα στις λέξεις της τρυφερότητας; …»


ΠΗΓΕΣ:

Ιωάννα Κλεφτογιάννη, ο αντιφατικός Μπρεχτ
περιοδικό Θέατρο, Κώστας Νίτσιος
Εσσλιν Μάρτιν: Μπρεχτ, ο άνθρωπος κια το έργο του

Π. Μάρκαρης ,"Ο Μπρεχτ και ο διαλεκτικός λόγος"




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου