Παράλληλα με την Νεοελληνική Λογοτεχνία, ξεκινάμε μια περιδιάβαση στην Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, μελετώντας τη ζωή και το έργο σημαντικών μορφών της. Ένα παράθυρο στον υπόλοιπο κόσμο για να παρεισφρήσουν εικόνες, σημασίες και δρόμοι από την αγωνία του συνανθρώπου μας που, τυπικά, δεν ζει στη διπλανή μας πόρτα.
ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ
ΜΕΡΟΣ Α: Η ζωή του
Ο Φράντς Κάφκα γεννήθηκε στην Πράγα, στις 3 Ιουλίου 1883. Ο πατέρας του Έρμαν Κάφκα καταγόταν από ταπεινή εβραϊκή οικογένεια και διατηρούσε ένα κατάστημα νεωτερισμών, αρκετά ανθηρό. Η μητέρα του Ιουλία Λέβυ ανήκε στην υψηλή εβραϊκή τάξη της Πράγας κι' ανάμεσα στους προγόνους της αναφέρονται πολλοί γιατροί και ραβίνοι. Μετά απ' αυτόν γεννήθηκαν οι τρεις αδελφές του, η Έλλη, η Βάλυ και η ΄Οτλα. Ο Κάφκα θα φοιτήσει στην αρχή στο λαϊκό γερμανικό σχολείο της Πράγας. Μετά την αποφοίτηση του θα εγγραφεί στο κλασσικό γερμανικό Λύκειο, όπου πρωτεύοντα μαθήματα είναι τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά. Το σύστημα διδασκαλίας δεν ενθουσιάζει τον Κάφκα. Θα σημειώσει αργότερα στο «Ημερολόγια» του:
«Απ' ό,τι μπόρεσα να αντιληφθώ, στο σχολείο και στο σπίτι προσπαθούν να πνίξουν την ιδιοτυπία ενός ανθρώπου».
Τα τελευταία χρόνια της φοιτήσεως του στο Λύκειο ο Κάφκα διαβάζει Νίτσε, και ενδιαφέρεται επίσης για το σοσιαλισμό. Πολύ πιθανό αρχίζει και να γράφει. Τίποτε πάντως δεν διασώθηκε απ' την περίοδο αυτή. Ο φίλος του Πόλλακ, που συνδέεται με στενή φιλία μαζί του, δεν παύει να τον ενθαρρύνει να γράψει.
Τον Ιούλιο του 1891 αποφοιτά από το Λύκειο. Εγγράφεται στο γερμανικό Πανεπιστήμιο της Πράγας, στην αρχή στο τμήμα της Χημείας. Κατόπιν ακολουθεί μαθήματα γερμανικής φιλολογίας και ιστορίας της τέχνης και τέλος εγγράφεται στο τμήμα της Νομικής. Την περίοδο αυτή θα συνδεθεί με τον Μαξ Μπρόντ, που θα γίνει ο επιστήθιος φίλος του ως το τέλος της ζωής του. Ακόμη την περίοδο αυτή θα μελετήσει τα έργα του Γκαίτε, του Φλομπέρ, του Τολστόι, του Ντοστογιέφσκι, και θα γράψει το πρώτο έργο απ' όσα, εννοείται, διασώθηκαν. Έχει τον τίτλο: «H περιγραφή μιας πάλης».
Στο έργο αυτό θα διαφανεί η διάσταση του νεαρού Κάφκα προς τον εξωτερικό κόσμο. Γράφει σ' ένα σημείο του έργου αυτού: «Αισθάνομαι και δυνατός, αλλά και δυστυχισμένος επίσης. Ψαύω με το πρόσωπο μου το χώμα του δάσους για να μην ιδώ τα πράγματα του εξωτερικού κόσμου, που με περιστοιχίζουν. Έχω την πεποίθηση ότι πιέζομαι, ότι όλοι μου επιτίθενται. Και δεν κάνω τίποτα άλλο παρά να προσπαθώ να κρύβομαι».
Και άλλου πάλι: «Δεν έκανα σε κανένα κακό και ούτε μου έκαναν επίσης. Ωστόσο κανένας δεν θέλει να με βοηθήσει».
Το 1906 ανακηρύσσεται Διδάκτωρ του Δικαίου, αλλά δεν θέλει να ακολουθήσει το δρόμο των νομικών. Την 1 Οκτωβρίου 1907, θα δεχθεί μια θέση στην «Εταιρία Ασφαλίσεων». Με τη θέση αυτή επιδιώκει κυρίως να χειραφετηθεί από την οικογένεια του και να γίνει οικονομικά ανεξάρτητος. Εν τούτοις δεν τον ικανοποιεί από την πλευρά του ελεύθερου χρόνου. Λίγους μήνες μετά την πρόσληψη του γράφει: «H ζωή μου είναι τώρα ακατάστατη. Έχω μια θέση που μου δίνει 80 κορώνες τον μήνα και εργάζομαι 8 - 9 ώρες την ήμερα. Δεν παραπονούμαι για το φόρτο της εργασίας, όσο για την αποτελμάτωση στην οποία είμαι καταδικασμένος. Ο χρόνος του γραφείου κυλάει πολύ ανιαρά. Είναι σαν να βρίσκεσαι μέσα σ' ένα τραίνο, όπου, καθώς είσαι κουρασμένος, δεν σου κάνουν εντύπωση ούτε οι πεδιάδες ούτε τα βουνά. Μετράς μόνο τα λεπτά της ώρας, κρατώντας εμπρός στα μάτια σου το ρολόι. Όλοι αισθάνονται το ίδιο, όσοι ασκούν τουλάχιστον το ίδιο επάγγελμα. Η χαρά έρχεται το τελευταίο λεπτό — τότε που λήγει η εργασία».
Τον Ιούλιο του 1908 ο Κάφκα παραιτείται από τη θέση του στην «Εταιρία Ασφαλίσεων» και προσλαμβάνεται στην «Εταιρία Ασφαλίσεως Εργατικών Ατυχημάτων». Οι όροι εργασίας είναι εδώ πιο ευνοϊκοί. Ο Κάφκα είναι αγαπητός σε όλους και αναπτύσσει ιδιαίτερη δραστηριότητα για την πρόοδο της Εταιρίας.
Τον Αύγουστο του 1912, θα γνωρίσει στο σπίτι του Μάξ Μπρόντ την Φελίτσια Μπάουερ. Το Πάσχα του 1914 και της προτείνει να αρραβωνιαστούν. Απευθύνει μάλιστα κι' ένα γράμμα στον πατέρα της ζητώντας τη συγκατάθεσή του. Στο τέλος της επιστολής του σημειώνει: «Η κόρη σας κοντά μου θα γινόταν δυστυχισμένη, όσο μπορώ να φαντασθώ, δεν είμαι μόνο εξωτερικά, μα σ' όλη την ύπαρξή μου ένας κλειστός, ανικανοποίητος άνθρωπος, χωρίς πάντως αυτό να σημαίνει ότι είμαι και δυστυχής». Παρ' όλα αυτά ο πατέρας της Φελίτσια άπαντα θετικά. Τον Μάιο γίνονται επισήμως οι αρραβώνες τους στην Πράγα. Εν τω μεταξύ κηρύσσεται ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Ο Κάφκα δεν στρατεύεται εξ αιτίας της κλονισμένης υγείας του και συνεχίζει τη συγγραφική του δραστηριότητα.. Συνεχίζει την «Αμερική» και γράφει την «Αποικία των καταδίκων»
Αρχές Αυγούστου 1917, σημειώνει στο «Ημερολόγιο» του: «Είχα μια φοβερή αιμόπτυση σήμερα.(…) Η αρρώστια αυτή είναι για μένα μια διέξοδος. Μου δίνει την αφορμή να λυτρωθώ απ' όλες τις υποχρεώσεις μου. Να απαλλαγώ από το επαγγελματικό μου γραφείο, απ' τη Φελίτσια, απ' τον πατέρα μου».
Παίρνει μια άδεια οκτώ μηνών και εγκαθίσταται στο Τσύραου, ένα ωραίο χωριό της Βοημίας, όπου η αδελφή του Ότλα διευθύνει μια γεωργική εκμετάλλευση. Λίγες ημέρες αργότερα γράφει στον Μάξ Μπρόντ:
«Η ελευθερία, η ελευθερία πρώτα απ' όλα. Έχω ακόμη ανοιχτή την πληγή. Σύμβολό της είναι τα χαλασμένα μου πνευμόνια».
Η Φελίτσια επισκέπτεται τον Κάφκα στο Τσύραου. Συγκρούονται όμως και χωρίζουν οριστικά.
Τα 1918 , εν μέσω οξυμένων σχέσεων με τον πατέρα του- λόγω της διάλυσης του αρραβώνα του με τη Φελίτσια- θα εγκατασταθεί στο Σέλεζεν, όπου θα γνωρίσει την Ιουλία Βόρυτσεκ. Αποφασίζει να την παντρευτεί, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του για την ταπεινή της καταγωγή. Τελικά ούτε αυτή η σχέση ευδοκιμεί…
Τον Μάιο δημοσιεύει τη «αποικία των καταδίκων» και τον «αγροτικό γιατρό».
Ο πατέρας του αγανακτεί και για τα βιβλία και για την σχέση με την Βόρυτσεκ που προηγήθηκε. Ο συγγραφέας διασώζει τα υβριστικά λόγια που του απηύθυνε ο πατέρας του: «Δεν σε καταλαβαίνω , ζεις σε μεγάλη πόλη και δεν σκέφτεσαι παρά να παντρευτείς μια τυχαία! Δεν υπάρχουν επιτέλους άλλες δυνατότητες; Ας πηγαίνεις στα πορνεία. Θα έρχομαι κι εγώ μαζί σου.»
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, ο Κάφκα γράφει την πιο οδυνηρή βιογραφική μαρτυρία που γράφτηκε ποτέ, την «Επιστολή προς τον πατέρα», ανεπίδοτη φυσικά..
Θεωρώ σκόπιμο να σταθούμε λίγο στη σχέση με τον πατέρα του , γιατί σίγουρα στιγμάτισε και τον συγγραφέα και τα έργα του.
Όπως ο ίδιος έλεγε, από μικρός, ένιωθε να πνίγεται από τον πατέρα του· το ογκώδες σώμα του Χέρμαν Κάφκα, η θορυβώδης παρουσία του, η αυτοπεποίθηση και η απόλυτη εξουσία του, τον έκαναν να νιώθει σαν δίπλα σε γίγαντα: «Ένιωθα ένας μικρός σκελετός, ανασφαλής, όταν άλλαζα δίπλα του στα λουτρά. Φοβόμουν το νερό, δεν μπορούσα να μιμηθώ τις δικές του κολυμβητικές κινήσεις.»
Ο πατέρας του ήταν ένα μοντέλο ενήλικης αυτοπεποίθησης που ο Κάφκα δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει· η χαμηλή του αυτοεκτίμηση καθρεφτίζεται σε πολλά από τα έργα του. Η λογοτεχνία ήταν ένας τρόπος να ξεφύγει από τον κόσμο του πατέρα του: «Όλα μου τα κείμενα ήταν για σένα ·παραπονιόμουν σ’ αυτά για όσα πράγματα δεν μπορούσα να παραπονεθώ στην αγκαλιά σου…» , ομολογεί ο ίδιος.
(Ας σκεφτούμε πόσοι τρομακτικοί πατεράδες υπάρχουν στα έργα του...)
Γενικότερα ομολογεί πολλαπλές εσωτερικές συγκρούσεις και ματαιώσεις:
«Είμαι, όχι μόνο εξ αιτίας των εξωτερικών περιστάσεων, αλλά πιο πολύ εξ αίτιας της βαθύτερης φύσης μου, ένα επιφυλακτικό, σιωπηρό, ακοινώνητο, ανικανοποίητο πρόσωπο, χωρίς όμως να μπορώ να τ' ονομάσω αυτό δυστυχία, γιατί είναι μόνο η αντανάκλαση του πεπρωμένου μου. Συμπεράσματα μπορούν τουλάχιστο να βγουν από το είδος της ζωής που περνώ στο σπίτι. Λοιπόν, ζω με την οικογένεια μου, ανάμεσα στα καλύτερα και πιο αγαπητά πρόσωπα, περισσότερο ξένος απ' όσο ένας ξένος. Δεν έχω πει περισσότερες από είκοσι λέξεις τη μέρα στη μητέρα μου τα τελευταία χρόνια, δύσκολα περισσότερο από μια «καλημέρα» στον πατέρα μου. Δεν μιλώ καθόλου στις παντρεμένες αδελφές και ατούς γαμπρούς μου κι αυτό όχι γιατί έχω τίποτε μαζί τους. Ο λόγος είναι απλά τούτο, δεν έχω τίποτε να συζητήσω μαζί τους για το παραμικρό. Κάθε τι που δεν είναι λογοτεχνία μ' ενοχλεί και το μισώ γιατί με στενοχωρεί ή μ' αργοπορεί. Μου λείπει κάθε ικανότητα για οικογενειακή ζωή, εκτός , στην καλύτερη περίπτωση, για παρατηρητής. Δεν έχω οικογενειακό συναίσθημα κ' οι επισκέπτες με κάνουν να νιώθω σχεδόν σα να δεχόμουν κακεντρεχή επίθεση. " («Τα ημερολόγια του Φράντς Κάφκα 1910 - 1923», έκδοση του Μάξ Μπρόντ).
Τα έργα του ( που θα δούμε στην επόμενη ανάρτηση) ,καθρεφτίζουν την ψυχή του. Η αγωνία, η καταθλιπτική απαισιοδοξία, τα εφιαλτικά όνειρα, οι φοβίες και οι φαντασιώσεις των «ηρώων» του Κάφκα, είναι «προϊόν» της ψυχολογίας του ίδιου του συγγραφέα, είναι συνέπειες των «συμπλεγμάτων» τα όποια κουβαλούσε.
Στα τέλη του 1923, φαίνεται πως καταφέρνει να ζήσει ένα κομμάτι χαράς στην «ανεκπλήρωτη» ζωή του: με την 20χρονη παιδαγωγό Ντόρα Ντυμάντ, συγκατοικούν στο Βερολίνο ευτυχισμένοι. Όμως η φυματίωση, που τον βασανίζει απο τα παιδικά του χρόνια, εξελίσσεται σοβαρά και το 1924 μεταφέρεται στην Πράγα.
Πεθαίνει στις 3 Ιουνίου 1924 .
Ο Κάφκα στη διαθήκη - που έγραψε το 1921- έκανε αποδέκτη του έργου του τον φίλο του Μαξ Μπροντ καταγράφοντας την επιθυμία του να καταστρέψει ό,τι υπήρχε "σε ημερολόγια, χειρόγραφα, επιστολές άλλων και δικές μου, σχεδιάσματα και τα λοιπά, να καούν ανελλιπώς και χωρίς να διαβαστούν, καθώς επίσης και όλα όσα έχω γράψει ή σχεδιάσει [...] ".
Ο φίλος Μπροντ όμως αγνόησε το αίτημα του, έχοντας ως βασικό επιχείρημα, το γεγονός πως όταν ζητούσε κάτι τέτοιο, γνώριζε κατά βάθος ότι δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσει μια τέτοια απαίτηση, χαρίζοντας έτσι στην ανθρωπότητα μια από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές μορφές της.
Έτσι μετά το θάνατο του Κάφκα, ο Μπροντ ετοίμασε την έκδοση των μυθιστορημάτων, αφού προέβη σε ορισμένες τροποποιήσεις των χειρογράφων του Κάφκα (μεταφορά κεφαλαίων, προσθήκη σημείων στίξης κ.λπ.), "Ο Πύργος" (1925), "Η Δίκη" (1925) και "Αμερική " (1927), έργα που θεωρούνται ουσιαστικά ημιτελή.
Ο Κάφκα έχει πάρει πλέον τη θέση που του αξίζει στο πάνθεο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως ο σπουδαιότερος μοντερνιστής γερμανόφωνος πεζογράφος και το έργο του έχει αναλυθεί εκτενώς.
Δημιούργησε δε με το έργο αυτό μια μεγάλη τομή στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Ανάμεσά τους "Η Μεταμόρφωση" (1915) και τα μυθιστορήματα "Η Δίκη " (1925), "Ο Πύργος" (1926) και "Αμερική" (1927) που θεωρούνται αυτονόητες υπάρξεις κάθε βιβλιοθήκης.
Ο όρος καφκικό, που έχει καθιερωθεί ως ορολογία, συμπυκνώνει την ατμόσφαιρα που αποπνέει το σύνολο του έργου του και χρησιμοποιείται σήμερα για τον χαρακτηρισμό κάθε έργου τέχνης που εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά:
- ο άνθρωπος αλλοτριωμένος, στον κόσμο της σκληρής μοναξιάς,
- σε συνεχή αλλά μάταιη αναζήτηση,
- σε αμείλικτη ανίχνευση του εσωτερικού βίου,
- σε ονειρικό παραλήρημα,
- μέσα σε εφιαλτική ατμόσφαιρα
ΠΗΓΕΣ:
- Κωνσταντίνα Τζανιδάκη, Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, εκδόσεις Σαββάλας
- Βασίλης Λαζανάς , Η ζωή και το έργο του Κάφκα, περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ τεύχος 1156 , 1975
- Αναστάσης Βιστωνίτης, Φραντς Κάφκα, άρθρο στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 8/7/2007
- Κάφκα, του Nicholas Murray εκδόσεις: Ίνδικτος,
- Φραντς Κάφκα, του Κλάους Βάγκενμπαχ εκδόσεις Θεμέλιο Αθήνα 1986
- Φραντς Κάφκα, του Βάλτερ Μπένγιαμιν εκδόσεις Έρασμος, Αθήνα 1980
- Φραντς Κάφκα, του Κώστα Δεσποινιάδη, εκδόσεις Πανοπτικόν, Αθήνα 2007
- Σύγχρονός μας ο Κάφκα, της Λιλή Ζωγράφου εκδόσεις Αλεξάνδρεια Αθήνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου