Μια δεύτερη ματιά στο παράλληλο κείμενο των πανελλαδικών εξετάσεων στη Λογοτεχνία της Θεωρητικής κατεύθυνσης, μεταμεσονύκτια….
Τάσος Λειβαδίτης
Αυτοβιογραφία
Ἄνθρωποι ποὺ δὲ γνώρισα ποτὲ μοῦ δώσαν τὸ αἷμα μου καὶ
τ’ ὄνομά μου,
η ανάμνηση και η σύνδεση με το παρελθόν του αποτελεί στοιχείο βίου για τον ποιητή. Ανακαλύπτει τον εαυτό του μέσα από το παρελθόν (ατομικό ή συλλογικό ) το οποίο εσωτερικεύει αφήνοντας σημάδια ανεξίτηλα στο παρόν του.
στὴν ἡλικία μου χιονίζει, χιονίζει ἀδιάκοπα
Ό, τι τον πονάει δεν είναι ο χρόνος που απλά περνά, δεν είναι μόνο «το γήρασμα του σώματος και της μορφής» του. Στη ζωή και στην ποίηση του «χιονίζει» γιατί οράματα και αγώνες διαψεύστηκαν και ματαιώθηκαν. Ο Λειβαδίτης ανήκει στην Α΄μεταπολεμική γενιά . Μαζί του οι: Άρης Αλεξάνδρου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Μιχάλης Κατσαρός, Κλείτος Κύρου, Δημήτρης Χριστοδούλου, Τάκης Σινόπουλος, Θανάσης Κωσταβάρας, Τίτος Πατρίκιος: εκφράζουν την αντιστασιακή ή κοινωνική ποίηση· έχοντας βιώσει τους πιο φρικτούς πολέμους , την Κατοχή και την περιπέτεια του Εμφυλίου, καταγράφουν αυτή τη φρίκη μέσα στα έργα τους.
Με έκφραση τρυφερότητας και συμπόνιας , εις εαυτόν και εις άλλους αγωνιστές- ποιητές ,ο Τάσος Λειβαδίτης κάνει μια εσωτερική αναδίπλωση και αναζητά το νόημα της ζωής στο παρελθόν μετά από τη διάψευση των προσδοκιών και την προδοσία του ως αγωνιστή για έναν καλύτερο κόσμο.
δίψασα γιὰ ὅλη τὴ ζωή,
Ο Λειβαδίτης στα περισσότερα ποιήματά του δεν αντέχει να ζει μακριά από τα χρόνια της νιότης, της αισιοδοξίας, του ονείρου. Αρυτίδωτο το όραμα της ηρωικής εποχής της νεότητας , όμως ο αόριστος χρόνος τελεσιδικεί και εδώ τη θέση του, ήταν κάποτε, όχι τώρα…
Κι εδώ βαραίνει η πικρή διαπίστωση: είναι αργά για όλα, η απόλυτη μοναξιά είναι παρούσα, η σπαταλημένη ζωή κραυγάζει το κενό της:
κι ὅμως τὴν ἄφησα
γιὰ ν’ ἁρπαχτῶ ἀπ’ τὰ πελώρια ἀγκάθια τῆς αἰωνότητας,
"Ξέχασε να ζήσει "γιατί αφιερώθηκε σε αγώνες υψηλούς, της ζωής και της τέχνης. Δρόμοι δύσβατοι, με «πελώρια αγκάθια» αφού προσβλέπουν στην αιωνιότητα και τολμούν να αναμετρηθούν με την σαγήνη των γήινων ανθρωπίνων, θνητών απολαύσεων.
Κι αλλού ο Λειβαδίτης τραγουδά την εποποιία της ερημιάς που νιώθει. Τραγικός ήρωας φαντάζει στα μάτια μας που παλεύει με δυνάμεις υπέρτερες του εαυτού του σ΄ένα λαβύρινθο φορτισμένο με πληγές – «πελώρια αγκάθια»
«Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να ζήσω.»
Ο αόριστος χρόνος κυριαρχεί για να δείξει κάτι το οριστικά ματαιωμένο ( άφησα, δίψασα )
Αυτή η περιπλάνηση του σε γεγονότα και εικόνες του παρελθόντος, καταγράφουν ένα ρίγος ιδιότυπου « θανάτου» : μιας « πληγής» διαφορετικής βέβαια από αυτή του Καβάφη ,αυτήν της διάψευσης.
μιὰ κίνηση πάντα σὰ νἄθελα νὰ προφυλαχτῶ ἀπὄνα
χτύπημα
ἡ σάρκα μου ἕνας ἐπίδεσμος γύρω ἀπ’ τὸ αὐριανό μου
τίποτα
κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσει στὸν πόνο μου
ἐκτὸς ἀπ’ τὸν ἴδιο μου τὸν πόνο ⎯ εἶμαι ἐδῶ, ἀνάμεσά σας,
κι ὁλομόναχος,
Υπαρξιακό κενό , αδυναμία να μάθει ποιος είναι, ποιος τον οδηγεί και πού τον πάει ( μετέωρο μένει το ερώτημα για το « χτύπημα» στο οποίο αναφέρεται) Θρήνος για πόθους που δεν εκπληρώθηκαν, για τη μοναξιά που αποτελεί τον κοινό παρονομαστή στον σκληρό κόσμο που ζει. Η συντριβή γίνεται στοιχείο ζωής , στοιχείο που η ζωή το ενσωματώνει και το υπερβαίνει: ο ποιητής δηλώνει, «είμαι εδώ» κι αυτό είναι αρκετό για να ανατρέψει την καταφυγή στον αναχωρητισμό. «Το συγγραφικό εγώ δεν συρρικνώνεται σε μια αυτάρεσκη λατρεία του εαυτού του (όπως ίσως συμβαίνει στην «Μελαγχολία» του Καβάφη) αλλά διαστέλλεται για να μας χωρέσει όλους, όπως έλεγε ο Τ.Πατρίκιος για τον Λειβαδίτη .
Κοινωνική και διάπλατη η ποίησή του, αυτάρεσκη και ελιτίστικη η πρόταση του Καβάφη στη « Μελαγχολία» θα λέγαμε.
«Μεγάλα όνειρα της νιότης μας, δεν πραγματοποιηθήκατε ποτέ όμως εσείς είναι που δώσατε αυτό το βάθος στη ματαιότητα...» θα πει αλλού.
κ’ ἡ ποίηση σὰ μιὰ μεγάλη ἀλήθεια, ποὺ τὴν ἀνακαλύπτεις
ὕστερ’ ἀπὸ χρόνια,
ὅταν δὲν μπορεῖ να σοῦ χρησιμέψει πιὰ σὲ τίποτα.
Ἐπάγγελμά μου: τὸ ἀκατόρθωτο.
Διαβάζοντας θυμήθηκα το «Εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε / αδελφέ μου, από τον κόσμο / εμείς τραγουδάμε / για να σμίξουμε με τον κόσμο» του Γ.Ρίτσου….
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
Ο Τάσος Λειβαδίτης γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μεταξουργείο. Το 1940 γράφτηκε στην Νομική Σχολή γρήγορα όμως το κερδίζει η ποίηση. Κατά την διάρκεια του πολέμου, εισχωρεί στην Αντίσταση κατά των Γερμανών και οργανώνεται στην ΕΠΟΝ.
Μετά τον πόλεμο ακολουθούν τα δύσκολα χρόνια της εξορίας, συλλαμβάνεται και εξορίζεται όπως πολλοί αριστεροί καλλιτέχνες και διανοούμενοι ( Ρίτσος, Αλεξάνδρου, Κατράκης και άλλοι πολλοί). Μούδρο, Μακρόνησος, Αϊ Στράτης, φυλακές Χατζηκώστα είναι οι σταθμοί της εξορίας του. Από το 1947 ως το 1951 όπου και ελευθερώνεται.
Εργάστηκε ως κριτικός στην εφημερίδα «Αυγή», µέχρι τη χούντα όπου ο ποιητής αναγκάστηκε να δίνει κείµενα µε το ψευδώνυµο Ρόκκος σε περιοδικά ποικίλης ύλης για να βιοποριστεί. Συνεχίζει όμως να γράφει ποιήματα αν και δεν δημοσιεύονται.
Μετά το τέλος της Χούντας θα συνεχίσει να γράφει ποιήματα και να εκδίδει συλλογές. Ποιήματα γεμάτα όνειρα και ουτοπία. Ο Λειβαδίτης γράφει για την επανάσταση, τον έρωτα και την ύπαρξη.
Τα ποιήματα του πάντα με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο αλλά και βιώματα δικά του, συναισθήματα φόβους, υπαρξιακές αγωνίες και όνειρα. Πολλά μελοποιήθηκαν από μεγάλους συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Λοΐζος και ο Γιώργος Τσαγκάρης ενώ μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.
Μετά τον πόλεμο ακολουθούν τα δύσκολα χρόνια της εξορίας, συλλαμβάνεται και εξορίζεται όπως πολλοί αριστεροί καλλιτέχνες και διανοούμενοι ( Ρίτσος, Αλεξάνδρου, Κατράκης και άλλοι πολλοί). Μούδρο, Μακρόνησος, Αϊ Στράτης, φυλακές Χατζηκώστα είναι οι σταθμοί της εξορίας του. Από το 1947 ως το 1951 όπου και ελευθερώνεται.
Εργάστηκε ως κριτικός στην εφημερίδα «Αυγή», µέχρι τη χούντα όπου ο ποιητής αναγκάστηκε να δίνει κείµενα µε το ψευδώνυµο Ρόκκος σε περιοδικά ποικίλης ύλης για να βιοποριστεί. Συνεχίζει όμως να γράφει ποιήματα αν και δεν δημοσιεύονται.
Μετά το τέλος της Χούντας θα συνεχίσει να γράφει ποιήματα και να εκδίδει συλλογές. Ποιήματα γεμάτα όνειρα και ουτοπία. Ο Λειβαδίτης γράφει για την επανάσταση, τον έρωτα και την ύπαρξη.
Τα ποιήματα του πάντα με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο αλλά και βιώματα δικά του, συναισθήματα φόβους, υπαρξιακές αγωνίες και όνειρα. Πολλά μελοποιήθηκαν από μεγάλους συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Λοΐζος και ο Γιώργος Τσαγκάρης ενώ μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.