Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Νίκος Εγγονόπουλος, Ποίηση 1948




τούτη η εποχή
του εµφυλίου σπαραγµού
δεν είναι εποχή
για ποίηση
κι άλλα παρόµοια
σαν πάει κάτι
να
γραφεί
είναι
ως αν
να γράφονταν
από την άλλη µεριά
αγγελτηρίων θανάτου

γι’ αυτό και
τα ποιήµατά µου
είν’ τόσο πικραµένα
(και πότε -άλλωστε- δεν ήσαν;)
κι είναι
-προ πάντων-
και
τόσο
λίγα


    Ένα από τα πιο δημοφιλή  του ποιήματα (σύμφωνα με την
 άπ οψη πολλών, το πιο δημοφιλές) στους κριτικούς και     το   αναγνωστικό κοινό.
     Έχει  τη  μικρότερη -έως καμία- σχέση με το υπερρεαλιστικό ποιητικό του πρόγραμμα, γιατί:
  • δεν χαρακτηρίζεται από περίεργες συνάψεις λέξεων,
  • από προγραμματική καταστρατήγηση του λογικού ειρμού και του νοήματος
  • από μεταφορές που προτείνουν αναλογίες ανάμεσα σε στοιχεία ετερόκλητα

Το ποίημα χαρακτηρίζεται από:

  • οριακή μορφική λιτό­τητα,

  • θεματική ευκρίνεια και νοηματική καθαρότητα που υ­περβαίνουν τις συνηθισμένες αντιλήψεις περί ποιητικότητας και τρέπουν τον αναγνώστη προς την εξέταση όχι τόσο του σημαίνοντος όσο του σημαινόμενου.
  • η γλώσσα του ποιήματος είναι ομοιογενής: είναι μια καθημερινή δημοτική, που το μόνο το οποίο επιδιώκει είναι η επικοινωνιακή αποτελεσματικότητα. Λείπουν εντελώς οι τολμηρές υφολογικές επιλογές, που αποσκοπούν στην αφύπνιση  (ή τον εντυπωσιασμό) του αναγνώστη, η συνηθισμένη ή και προσφιλής στον ποιητή παράλληλη παρουσία της δημοτικής με την καθαρεύουσα, καθώς και η συνύπαρξη ετερόκλητων γλωσσικών τύπων. Η γλωσσική ουδετερότητα αναδεικνύεται σε μια γενικότερη υφολογική ουδετερότητα, μέσα από την απουσία μεταφορών ή και άλλων σχημάτων λόγου. Η απουσία αυτή είναι πλήρης και κατορθώνεται χάρη στην απουσία ποιητικών εικόνων. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο ποιητής αποφεύγει τη χρήση οποιασδήποτε εικόνας, κάνοντας έτσι φανερό πως δεν θέλει να καλύψει την επικοινωνιακή λειτουργία τού ποιη­τικού λόγου του με ποιητικό φόρτο, αλλά ούτε καν να την ε­πισκιάσει με την παρουσία κάποιας περιγραφικής εικόνας.

  • Ο ποιητής δεν θυσιάζει την ελευθερία της ποίησης και, γενικότερα, της τέχνης στην υπηρεσία κοινωνικών σκοπών, αλλά δέχεται πως, μέσα στα όρια αυτής της ελευθερίας, υ­πάρχει το δικαίωμα του ποιητή που ζει σε μια σκοτεινή ε­ποχή να μη θέλει να γράφει, ή να γράφει με τρόπο που να ταιριάζει όχι με την ποιητική του ή, γενικότερα, το πρόγραμ­μα του, αλλά με την ατμόσφαιρα που επικρατεί στο κοινω­νικό και ιστορικό περιβάλλον του  ( δηλαδή  η απομάκρυνση του Εγγονόπουλου από του υπερρεαλιστικό τρόπο γραφής του  σ΄αυτό το ποίημα είναι ένας τρόπος να δείξει τη διαμαρτυρία του για τον Εμφύλιο) . Το ποίημα απο­τελεί έκφραση μιας προσωπικής αντίδρασης : ο ποιητής δεν έχει τη διάθεση να γράψει, γιατί δίπλα του συμβαίνουν γε­γονότα που τον κάνουν να συνειδητοποιεί τη ματαιότητα της ποιητικής δημιουργίας, και διατυπώνει την άποψη πως η α­πασχόληση με την ποίηση δεν ταιριάζει με την τραγικότητα του Εμφύλιου. Γράφει, λοιπόν, τελικώς το ποίημα, αλλά το γράφει με τέτοιο τρόπο, ώστε να το απογυμνώσει από  τα στοιχεία εκείνα που, παραδοσιακά, το καθιερώνουν ως ποίημα (δηλαδή, ως ποιητικό έργο τέχνης) - το γράφει με σκοπό να το απογυμνώσει από την ποιητικότητα του και, με τον  τρόπο αυτό, να το ακυρώσει ως λόγο που έχει αισθητικές αξιώσεις

Ας θέσουμε κάποια καίρια ερωτήματα  για την πολιτική διάσταση ή προοπτική της ποίησης, που βοηθούν στην κατανόηση του ποιήματος:


  1.   Η ποίηση λειτουργεί πολιτικά, προκαλεί εξελίξεις, απο­τελεί καθοριστικό ιστορικό και κοινωνικό παράγοντα;
  2. Αν δεν έχει μια τέτοια λειτουργία μήπως θα έπρεπε να την επιδιώξει;
  3.  Μπορεί ή πρέπει ένας ποιητής να μη συμμετέχει σε αυτά που συμβαίνουν γύρω του;
  4.  Είναι η ποίηση αυτοσκοπός ή ένα μέσο που χρησιμο­ποιείται υπέρ ή εναντίον της ανθρώπινης προόδου;
  5.  Είναι δυνατόν να θεωρήσουμε την ποίηση σαν κάτι ξε­χωριστό και ανεξάρτητο, ή μήπως η δύναμη της  απορρέει από τη σύνδεση της με δραστηριότητες που δεν είναι καθόλου λογοτεχνικές;
Οι απαντήσεις που δίνονται μέσα από το ποίημα είναι :
1)  Ο ποιητής δεν είναι δυνατόν να μένει ανεπηρέαστος α­πό
 αυτά που συμβαίνουν γύρω του: η τέχνη του επη­ρεάζεται σε
 τέτοιο βαθμό από τα δυσάρεστα γεγονότα, ώστε είναι δυνατόν να ανασταλεί η δημιουργική του παρόρμηση εντελώς ή μερικώς.

2)  Η ποίηση δεν είναι μεν αυτοσκοπός, αλλά παράλληλα δεν
 μπορεί  να υποβιβαστεί σε ένα απλό όργανο για την επιτυχία
 σκοπών που είναι ξένοι προς αυτήν, είτε αυ­τοί οι σκοποί
 υπηρετούν την πρόοδο είτε την αναστέλ­λουν.

      3)Η ποίηση, όσο ξεχωριστή και αν είναι σαν δράση δη­μιουργική 
και σαν δύναμη διαμορφωτική του κόσμου, δεν μπορεί να
    λειτουργήσει ανεξάρτητα από τις υπό­λοιπες δραστηριότητες του ανθρώπου, οι οποίες τον καθορίζουν ως κοινωνικό ον.


Σαφέστατες αναλογίες με το «Ποίηση 1948» 
του Ν.Εγγονόπουλου
 έχουν τα ποιήματα του Wilfred Owen 
 και του Bertolt Brecht :

Wilfred Owen  ( 1893- 1918 ) Άγγλος ποιητής. 
Πολέμησε  στον  Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, υπέστη ψυχικό
 κλονισμό από    τη φρίκη που έζησε. 
Τα ποιήματά του αποτελούν την  σπαρακτικότερη λογοτεχνική
 μαρτυρία της φρίκης του πολέμου.

Πάνω απ΄όλα δεν ασχολούμαι με την Ποίηση.
Το θέμα μου είναι ο Πόλεμος και το έλεος του Πολέμου.
Η Ποίηση βρίσκεται στο έλεος.

         Και ο Μπρεχτ με αφορμή  τον φασισμό και  το Β Παγκόσμιο Πόλεμο:

Αληθινά ζω σε σκοτεινούς καιρούς!
Η χωρίς δόλο λέξη είναι αποκοτιά.
Το αρυτίδωτο μέτωπο σημαίνει αναισθησία.
Ο άνθρωπος που γελά
απλώς δεν έχει μάθει τα τρομερά νέα,

Τι είδους καιροί είναι αυτοί, που μια συζήτηση
γύρω από τα δέντρα αποτελεί σχεδόν έγκλημα
γιατί υποδηλώνει την αποσιώπηση τόσων τρόμων;
Όπου ο άνθρωπος που ήρεμα διασχίζει τον δρόμο
βρίσκεται ήδη πολύ μακριά από τους φίλους του
που έχουν ανάγκη.

Στο πρώτο ποίημα- δήλωση η εξάρτηση της ποίησης 
από το ιστορικό  περιβάλλον δηλώνεται ρητά ενώ στο 
    ποίημα του Μπρεχτ η στράτευση λειτουργεί δίχως να δηλώνεται
 γι αυτό λειτουργεί πιο αποτελεσματικά. 
       Το ποίημα του Εγγονόπουλου βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα δύο: παρ΄όλη την υφολογική του λιτότητα , δεν περιορίζεται
 στην ξηρότητα της σκόπιμης αντιποιητικής δήλωσης
 του Owen, αλλά αφήνει και ένα μικρό περιθώριο στην 
   ποιητικότητα ( με την παρομοίωση για τα αγγελτήρια θανάτου).
 Φυσικά ο πιο «πολιτικός»  ποιητής , από τους τρεις, 
       είναι ο Μπρεχτ και πιστεύει λιγότερο από όλους στην ποίηση σαν αυτοσκοπό.




Και ο Μανώλης Αναγνωστάκης θέτει για επίλογο  πάλι το δίλημμα :



Η απόφαση


Εἶστε ὑπὲρ ἢ κατά;
Ἔστω ἀπαντεῖστε μ᾿ ἕνα ναὶ ἢ μ᾿ ἕνα ὄχι.
Τὸ ἔχετε τὸ πρόβλημα σκεφτεῖ
Πιστεύω ἀσφαλῶς πὼς σᾶς βασάνισε
Τὰ πάντα βασανίζουν στὴ ζωὴ
Παιδιὰ γυναῖκες ἔντομα
Βλαβερὰ φυτὰ χαμένες ὦρες
Δύσκολα πάθη χαλασμένα δόντια
Μέτρια φίλμς. Κι αὐτὸ σᾶς βασάνισε ἀσφαλῶς.
Μιλᾶτε ὑπεύθυνα λοιπόν. Ἔστω μὲ ναὶ ἢ ὄχι.
Σὲ σᾶς ἀνήκει ἡ ἀπόφαση.
Δὲ σᾶς ζητοῦμε πιὰ νὰ πάψετε
Τὶς ἀσχολίες σας νὰ διακόψετε τὴ ζωή σας
Τὶς προσφιλεῖς ἐφημερίδες σας· τὶς συζητήσεις
Στὸ κουρεῖο· τὶς Κυριακές σας στὰ γήπεδα.
Μιὰ λέξη μόνο. Ἐμπρὸς λοιπόν:
Εἶστε ὑπὲρ ἢ κατά;
Σκεφθεῖτε το καλά. Θὰ περιμένω.






ΠΗΓΕΣ
  •    Β. Αθανασόπουλος, το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ου αιώνα
  •  Δημήτρης Καραμβάλης , Εκφράσεις του ποιητικού έργου του Νίκου Εγγονόπουλου
  • Άντεια Φραντζή, Ούτως ή άλλως: Αναγνωστάκης, Εγγονόπουλος, Καχτίτσης, Χατζής
  • περιοδικό  για τον Λόγο και την Τέχνη Ρωγμές, πολιτική ποίηση
  • Μ. Άνθης , Η αίσθηση της Ιστορίας και της πολιτικής στο  ποιητικό έργο του Ν.Εγγονόπουλου






3 σχόλια:

  1. Η θεωρητική σε ευγνωμονεί! Εκεί που λέμε πως όλοι τα ίδια παράλληλα κείμενα κάνουμε , οι αναρτήσεις σου σώζουν την κατάσταση.

    Όσο για τα μεγάλα ερωτήματα που έθεσες μέσω του ποιήματος εγώ δεν μπορώ να φανταστώ πως υπάρχει ποιητής που να θεωρεί την ποιηση αυτοσκοπό.Τι ωραία που τα λέει ο Μπρεχτ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Elenidel,
      πράγματι πόσο πιο δύσκολος θα΄ταν ο κόσμος μας αν η Ποίηση δεν άγγιζε τη ζωή. Νομίζω πως η αισθητική απόλαυση δεν είναι ποτέ αρκετή, αλλά απ΄την άλλη πώς μπορεί να οριστεί αυτό το συναπάντημα με τη ζωή;

      Διαγραφή
  2. Πόσο ταιριαστό το 'Which side are you on?" εδώ από την Natalie Merchant. Δεν χρειάζεται πάντοτε οργή για τη διαμαρτυρία. Επιλεγμένες λέξεις/νότες είναι εξίσου αποτελεσματικές.
    http://www.youtube.com/watch?v=cxfZtNEG1xU

    ΑπάντησηΔιαγραφή