Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

«Δεν έχει σημασία να γίνουμε ποιητές, σημασία έχει να ζήσουμε σαν ποιητές!»,

Ο Γιώργης Παυλόπουλος , γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας το 1924 , όπου τελείωσε το γυμνάσιο. Ήρθε στην Αθήνα , στη Νομική σχολή , αλλά ποτέ δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, αφού αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη ποίηση  Άρχισε να γράφει ποιήματα από το1941. Οι πρώτες του δημοσιεύσεις έγιναν το 1943 στο περιοδικό Οδυσσέας, που εξέδιδε ο ίδιος με φίλους του στον Πύργο.
Έκανε  μια ταπεινή δουλειά για τα προς το ζην (εργαζόταν στο λογιστήριο του τοπικού ΚΤΕΛ), πλην όμως αυτός ο άσημος επαρχιώτης ιδιωτικός υπάλληλος διήγε βίο ποιητικό. Παρακολουθούσε πολύ στενά το ποιητικό γίγνεσθαι, βρισκόταν  σε επαφή με  ομοτέχνους του, αλληλογραφούσε  μαζί τους, αντάλλασσε  απόψεις και προβληματισμούς για την ποιητική τέχνη, ταξίδευε  και μελετούσε. Επίσης ήταν πολύ καλός ζωγράφος. Στον Αγιαντρέα, την αγαπημένη του παραλία όπου  πήγαινε τα καλοκαίρια, φιλοτεχνούσε  δεκάδες πίνακες, κυρίως γυναικείες φιγούρες· αυτό ήταν το αγαπημένο του θέμα και αναρίθμητες υπήρξαν οι σπουδές του με το χρωστήρα πάνω στο γυναικείο σώμα. Γιατί η ζωγραφική  συμπλήρωνε την καλλιτεχνική του φύση, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα τις ιδέες που δεν μετέγραφε σε ποίημα, τις εικονοποιούσε στον καμβά. Για τους φίλους του, ο Γιώργης Παυλόπουλος υπήρξε ένας εκπληκτικός παραμυθάς,  μάγευε με τις συναρπαστικές αφηγήσεις του και το  εκπληκτικό χιούμορ του.


Ποιητικές συλλογές του:

Το κατώγι, Το σακί, Τα αντικλείδια, Τριάντα τρία χαϊκού , Λίγος άμμος,  Πού είναι τα πουλιά ,  Να μην τους ξεχάσω,που κυκλοφόρησε λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του ποιητή, το 2008.

Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες .


  Χαρακτηριστικά της ποίησής του:
  •   είναι κατά βάση αφηγηματική, με ιστορίες παράξενες, χτισμένες με εικαστική τεχνική και με κινηματογραφική οπτική. 
  • Λόγος αλληγορικός και συμβολικός.
  Απουσιάζουν τα περιττά επίθετα και τα σχήματα λόγου. Κυριαρχεί το ρήμα. Συχνά αυτή η γλώσσα ανακαλεί απόηχους από το δημοτικό τραγούδι.
  •   Ο ποιητικός κόσμος του είναι  ονειρικός, αλλά συντίθεται από πραγματικά υλικά.
  •    Τα ποιήματά του χαρακτηρίζονται από δραματικότητα και σκηνοθετική δράση, ενώ έχουν σαφήνεια και λιτότητα, πεζολογικό και εξομολογητικό τόνο.
  •   Η ποίησή του διαποτίζεται από  διακριτικό αισθησιασμό , διάχυτη μελαγχολία.

Ο Παυλόπουλος ανακάλυπτε την ποίηση μέσα στην καθημερινότητα. «Δεν έχει σημασία να γίνουμε ποιητές, σημασία έχει να ζήσουμε σαν ποιητές!», έλεγε.

Ο ίδιος είχε πει σε διάλεξή του, στο πλαίσιο εκδήλωσης του περιοδικού «Γράμματα και Τέχνες» που έγινε προς τιμήν του στο "Σπίτι της Κύπρου" στις 8/12/1997

«Κι εγώ τώρα δεν ξέρω να σας πω τι είναι Ποίη­ση και γιατί γράφω ποιήματα. Πολύ περισσότερο δεν ξέρω να σας πω σε τι μας βοηθάει η Ποίη­ση και ποιος είναι ο σκοπός της. Το μόνο που ξέρω είναι πως ο Ποιητής ήταν πά­ντα ένας αφοσιωμένος της Ζωής. Είτε τον γε­μίζει χαρά, είτε τον θλίβει η Ζωή, είτε τον πάει στον Ουρανό, είτε τον κατεβάζει στην Κόλαση, αυτός μένει πάντα ο αφοσιωμένος της. Τη μυστήρια αγάπη του για τη Ζωή δεν έχει άλ­λο τρόπο να την εκφράσει: γράφει ποιήματα. Νο­μίζω ότι προσπαθεί να εκφράσει κυρίως αυτό που κρύβει η ζωή. 'Όπως ο έρωτας κρύβει αυτό που μας κάνει ερωτευμένους. Η Ποίηση λοιπόν είναι πράξη ερωτική; Η μήπως πράξη απόγνωσης; Ή μήπως και τα δύο; Πράξη ερωτική και συνάμα πράξη απόγνωσης. Για την ποιητική πράξη έχουν γραφτεί πολλά και διάφορα. Και από τους ίδιους τους τεχνίτες και από τους θεωρητικούς. Πολλές φορές οι Ποιητές προσπάθησαν να διατυπώσουν τον α­νύπαρκτο ορισμό της Ποίησης, σα να κοίταζαν σ' έναν καθρέφτη όπου δεν έβλεπαν το πρόσωπο τους, αλλά το απόλυτο κενό.»

Επίσης έλεγε:  «δεν μπορείς να εξηγήσεις πώς γίνεται ένα ποίημα. ένα ποίημα προετοιμάζεται μέσα σου από τα παιδικά σου ακόμα χρόνια. ένα άλλο προαισθάνεσαι να σε περιμένει στο στρίψιμο του δρόμου. Και πράγματι σε περιμένει. Ένα άλλο που δεν θα το γράψεις ποτέ, ξέρεις ότι θα το σκέφτεσαι ως την ώρα του θανάτου σου. το ποίημα έρχεται και φεύγει, ξαναγυρίζει, ξαναφεύγει, ξαναγυρίζει. Μπορεί να περάσουν χρόνια ή μια ολόκληρη ζωή, παλεύοντας να πιάσεις τον ίσκιο ενός πουλιού».

Και τα « Αντικλείδια» του, μέσα από τα οποία προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα «τι είναι Ποίηση», να προσεγγίσει την απροσπέλαστη, ονειρική και φευγαλέα φύση της.

ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν' ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.  

«Τα ποιήματα είναι αντικλείδια δεν είναι κλειδιά. Αναζητούμε με τη μαγεία της ποίησης και μόλις θελήσουμε να γίνουμε κοινωνοί της, η πόρτα κλείνει, όπως όταν πας να ξεδιψάσεις σε μια πηγή κι εκείνη στερεύει, όπως δηλαδή σ’ έναν εφιάλτη επομένως ο ποιητής είναι ένας εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας. Ανήκει όμως σ’ αυτόν γι αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια να διαβεί την κλειστή της πόρτα. Επομένως η Ποίηση δεν είναι το σύνολο των ποιημάτων που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε ούτε πρόκειται να ειπωθεί. Το ποίημα τελειώνει όπως αρχίζει (κύκλος). Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή η πρόσκληση ανανεώνεται η περιπέτεια δεν έχει τέλος. Αντίφαση λογική όχι όμως ποιητική.» (Τ.Καραγεωργίου)

Και ένα ακόμη ποίημα του από την εξαιρετική συλλογή του « τα αντικλείδια»

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

Φεύγει νύχτα μ’ ένα παλιό αμάξι
γέρος πια φοράει μαύρα.
Ποιος είναι και πού πηγαίνει
κανείς δεν ξέρει.
Μέσα στη σκέψη του υπάρχει το ποίημα
που ποτέ δεν θα γράψει.
Τόσο αόριστο σαν τη ζωή του.
Μέσα στο κούφιο μπαστούνι του
υπάρχει ένα φίδι χρυσό.
Καθώς θα το τυλίγει απόψε στο λαιμό της
σε κάποιο ελεεινό ξενοδοχείο
θα τον κοιτάζει στον καθρέφτη
χλωμός ο άλλος εαυτός του.
Αυτός που χρόνια φτιάχνει το ποίημα
καλπάζοντας τώρα στο πλάι του
και ανάβοντας ολοένα τ’ άλογα που έχουν μεθύσει
απ’ το σκοτάδι και τη λάσπη.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου